Ερώτηση
Υπάρχει πράγματι απόλυτη αλήθεια / γενική αλήθεια;
Απάντηση
Προκειμένου να καταλάβουμε αν υπάρχει απόλυτη αλήθεια / γενική αλήθεια, ας ορίσουμε πρώτα τι είναι αλήθεια. Η αλήθεια ορίζεται στο Λεξικό ως «συμφωνία με γεγονότα ή πραγματικότητα, μια δήλωση που αποδεικνύεται ότι είναι ή γίνεται αποδεκτή ως αληθινή, πραγματικότητα ή ακρίβεια». Μερικοί άνθρωποι σήμερα θα έλεγαν ότι δεν υπάρχει αληθινή πραγματικότητα, μόνο αντιλήψεις και γνώμες. Από την άλλη πλευρά, άλλοι θα επιχειρηματολογούσαν ότι θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη πραγματικότητα ή αλήθεια. Όταν, λοιπόν, σκεφτούμε την ερώτηση αν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, βλέπουμε δυο διαμετρικά αντίθετες απόψεις.
Η μια θεωρία λέει ότι δεν υπάρχει απόλυτος προσδιορισμός της πραγματικότητας. Οι οπαδοί αυτής της θεωρίας πιστεύουν ότι όλα είναι σχετικά, κι έτσι, δεν υπάρχει απόλυτη πραγματικότητα. Εξ αιτίας αυτού, δεν υπάρχει αυθεντία για να αποφασίσει αν μια πράξη είναι θετική ή αρνητική, σωστή ή λάθος. Αυτή η θεωρία είναι απλά «ηθική ανάλογα με την περίπτωση» στην υψηλότερη μορφή της. Δεν υπάρχει σωστό ή λάθος και έτσι ότι αισθάνεσαι ότι είναι σωστό εκείνη τη στιγμή είναι σωστό. Φυσικά αυτής της μορφής η «περιστασιακή ηθική» οδηγεί σε μια «ότι νομίζεις ότι είναι καλό» νοοτροπία και τρόπο ζωής, που έχει καταστρεπτικά αποτελέσματα στην κοινωνία και στα άτομα.
Η άλλη θεωρία πιστεύει ότι υπάρχουν όντως απόλυτες πραγματικότητες ή κριτήρια που ορίζουν τι είναι αλήθεια και τι όχι. Έτσι οι πράξεις μπορούν να καθοριστούν αν είναι σωστές ή λάθος από τη σύγκριση με αυτά τα απόλυτα κριτήρια. Μπορείς να φανταστείς το χάος που θα υπήρχε αν δεν υπήρχαν απόλυτες πραγματικότητες. Πάρε το νόμο της βαρύτητας για παράδειγμα. Αν δεν υπήρχε μια απόλυτη πραγματικότητα, τη μια μπορεί να ήθελες να κάνεις ένα βήμα και να βρισκόσουν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά στον ουρανό, και την άλλη να μη μπορείς να μετακινήσεις το σώμα σου καθόλου. Ή σκέψου τη σύγχυση που θα συνέβαινε αν οι αριθμοί δεν είχαν πλέον απόλυτη αξία. Για παράδειγμα αν 2+2 δεν ισούταν πια με τέσσερα. Αν δεν υπήρχαν απόλυτες αλήθειες, ο κόσμος θα ήταν σε χάος. Δεν θα υπήρχαν νόμοι της επιστήμης, νόμοι της φυσικής, όλα θα ήταν χωρίς νόημα και δεν θα υπήρχαν κριτήρια για το σωστό και το λάθος. Τι ακαταστασία θα ήταν, αλλά ευτυχώς υπάρχει απόλυτη αλήθεια και μπορεί να βρεθεί και να κατανοηθεί.
Η σκέψη κάποιου που κάνει μια δήλωση ότι δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια είναι παράλογη. Ναι σήμερα, πολλοί άνθρωποι αγκαλιάζουν την πολιτισμική σχετικότητα που αρνείται κάθε μορφή απόλυτης αλήθειας. Μια καλή ερώτηση για τους ανθρώπους που λένε «δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια» είναι: Είσαι απόλυτα σίγουρος γι αυτό; Είναι εντελώς παράλογο να κάνεις μια τέτοια δήλωση, εφόσον είναι μια απόλυτη δήλωση που η ίδια αρνείται την απολυτότητα. Λέει σε τελική ανάλυση, ότι το γεγονός ότι δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια είναι η μόνη απόλυτη αλήθεια.
Υπάρχουν διάφορα λογικά προβλήματα που πρέπει να ξεπεραστούν για να δεχτείς ή να πιστέψεις ότι δεν υπάρχουν απόλυτες αλήθειες / γενικές αλήθειες. Το πρώτο πρόβλημα είναι αυτό της αντίφασης. Αυτό φαίνεται στην ερώτηση που τέθηκε παραπάνω και στο γεγονός ότι αυτοί που επιμένουν ότι δεν υπάρχουν απολυτότητες στην πραγματικότητα οι ίδιοι πιστεύουν σε μια απολυτότητα. Είναι απόλυτα σίγουροι ότι δεν υπάρχει τίποτα απόλυτο. Αυτού του είδους η φιλοσοφία είναι αυτοδιαψεύδεται και αντιφάσκει. Η δήλωση ότι δεν υπάρχουν απολυτότητες από μόνη της αντιφάσκει με αυτό που λέει ότι πιστεύει!
Το δεύτερο πρόβλημα με την άρνηση της απόλυτης αλήθειας / γενικής αλήθειας είναι το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν περιορισμένη γνώση. Σαν ανθρώπινα όντα με περιορισμένο μυαλό, δεν μπορούμε λογικά να κάνουμε απόλυτα αρνητικές δηλώσεις. Για παράδειγμα κάποιος λογικά δεν μπορεί να πει «Δεν υπάρχει Θεός» (παρ` όλο που πολλοί το λένε), επειδή για να το πει αυτό χρειάζεται να έχει απόλυτη γνώση ολόκληρου του σύμπαντος από την αρχή ως το τέλος. Όταν οι άνθρωποι λένε δεν υπάρχει Θεός ή δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια (που σε τελική ανάλυση είναι το ίδιο πράγμα), το πιο ορθό και λογικό είναι να πουν «Με την περιορισμένη γνώση που έχω, δεν πιστεύω ότι υπάρχει ένας Θεός», ή «Με την περιορισμένη γνώση που έχω, δεν πιστεύω ότι υπάρχει απόλυτη αλήθεια».
Το τρίτο πρόβλημα με την άρνηση της απόλυτης αλήθειας / γενικής αλήθειας είναι το γεγονός ότι αποτυγχάνει να σταθεί σ` αυτό που ξέρουμε ότι είναι αλήθεια με τις αισθήσεις μας, τις εμπειρίες μας, και ότι βλέπουμε στον «πραγματικό κόσμο». Αν δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, δεν υπάρχει τελικά τίποτα σωστό ή λάθος. Αυτό που μπορεί να είναι «σωστό για σένα» δεν σημαίνει ότι είναι «σωστό για μένα». Ενώ επιφανειακά αυτή η μορφή σχετικότητας φαίνεται να είναι πολύ ελκυστική, αν τη φέρεις στο λογικό της συμπέρασμα σύντομα θα αποδειχτεί καταστροφική. Σκέψου μόνο μια στιγμή αν πράγματι δεν υπήρχε απόλυτη αλήθεια και αν όλα ήταν σχετικά (κανενός είδους κριτήριο). Αυτό που συμβαίνει τελικά είναι ότι ο καθένας θέτει δικούς του κανόνες για να ζει και κάνει ότι νομίζει σωστό. Με τον ίδιο τρόπο ένας μπορεί να αποφασίσει ότι το να σκοτώνει ανθρώπους είναι σωστό και έτσι δοκιμάζει να σκοτώσει τον καθένα που βλέπει.
Αν δεν υπάρχουν απόλυτα κριτήρια, απόλυτη αλήθεια και όλα τα σχετικά, τότε το να σκοτώνεις τον καθένα είναι τόσο σωστό όσο το να μη σκοτώνεις κανένα. Το να κλέβεις είναι τόσο σωστό όσο και το να μη κλέβεις. Η σκληρότητα είναι ίση με τη μη-σκληρότητα. Σε τι καταστροφικά αποτελέσματα οδηγεί τόσο εύκολα η άρνηση της απόλυτης αλήθειας. Γιατί αν δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, τότε κανείς δεν μπορεί να πει «Πρέπει να κάνεις αυτό» ή «Δεν πρέπει να κάνεις αυτό». Αν δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια τότε ούτε η κυβέρνηση δεν μπορεί να επιβάλει κανόνες στην κοινωνία. Βλέπεις το πρόβλημα που δημιουργείται; Ολοκληρωτικό χάος καθώς ο καθένας κάνει ότι είναι σωστό στα μάτια του. Αν δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, δεν υπάρχει κριτήριο για το σωστό και το λάθος που να μπορούμε όλοι να είμαστε υπόλογοι και τότε δεν είμαστε σίγουροι για τίποτα. Οι άνθρωποι θα είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι θέλουν – φόνο, βιασμό, ληστεία, ψέμα, απάτη, κλπ. και κανείς δεν θα μπορεί να πει ότι αυτά είναι λάθος. Δεν θα υπάρχει κυβέρνηση, νόμοι, δικαιοσύνη, γιατί κανείς δεν θα μπορεί να πει ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων έχει το δικαίωμα να επιβάλει κάτι πάνω στη μειονότητα. Ένας κόσμος χωρίς απολυτότητες θα ήταν ο πιο τρομακτικός κόσμος που μπορείς να φανταστείς.
Σήμερα ακούμε συχνά φράσεις όπως «αυτό μπορεί να είναι αλήθεια για σένα, αλλά δεν είναι αλήθεια για μένα». Γι αυτούς που το λένε αυτό δεν υπάρχει απόλυτη αλήθεια, η αλήθεια φαίνεται να είναι μια προσωπική προτίμηση ή αντίληψη, και γι αυτό δεν μπορεί να εκτείνεται πέρα από τα προσωπικά όρια. Εξ αιτίας αυτού δεν υπάρχουν τελικές απαντήσεις στο νόημα της ζωής και δεν μπορεί να υπάρχει ελπίδα για μετά τη ζωή αυτή. Αυτού του τύπου η σχετικότητα οδηγεί σε θρησκευτική σύγχυση, γιατί δεν μπορεί να υπάρχει αληθινή θρησκεία, κανένας τρόπος για να έχεις σωστή σχέση με τον Θεό. Όλες οι θρησκείες επομένως θα ήταν λάθος γιατί όλες διδάσκουν κάποιο είδος μετά θάνατον ζωή, που είναι κάποιο είδος απόλυτης αλήθειας. Γι αυτό δεν είναι ασυνήθιστο σήμερα οι άνθρωποι να πιστεύουν ότι δυο διαμετρικά αντίθετες θρησκείες μπορούν να είναι το ίδιο «αληθινές» ακόμα κι αν και οι δυο ισχυρίζονται ότι έχουν το μόνο δρόμο για τον ουρανό ή διδάσκουν δυο εντελώς αντίθετες «αλήθειες». Οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν στην απόλυτη αλήθεια αγνοούν αυτούς τους ισχυρισμούς και αγκαλιάζουν μια πιο ανεκτική γενικότητα που διδάσκει ότι όλες οι θρησκείες είναι ίσες και όλες οδηγούν στον ουρανό. Γι αυτό οι άνθρωποι που αγκαλιάζουν αυτή την άποψη αντιτίθενται σφοδρά στους ευαγγελικούς Χριστιανούς που πιστεύουν την Αγία Γραφή όταν λέει ότι ο Ιησούς είναι « η οδός, η αλήθεια και η ζωή» και ότι Αυτός είναι η φανέρωση της αλήθειας και ο μόνος δρόμος που μπορεί κανείς να πάει στον ουρανό (Κατά Ιωάννη 14:6).
Και παρά το γεγονός ότι η άρνηση της απόλυτης αλήθειας είναι παράλογη, η θεωρία ότι «όλα είναι σχετικά» έχει γίνει το σλόγκαν της γενιάς που ζούμε. Στον περισσότερο Δυτικό κόσμο, τα πλήθη έχουν απορρίψει την πιθανότητα ότι υπάρχει ή θα μπορούσε να υπάρχει απόλυτη αλήθεια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αυτό που πολλοί αποκαλούν μετα-μοντέρνα κοινωνία, που είναι μια κοινωνία που θεωρεί ότι όλες οι αξίες, τα πιστεύω, οι τρόποι ζωής, και η αλήθεια ισχύουν το ίδιο. Εξ αιτίας αυτού, εκείνοι που πιστεύουν στα απόλυτα κριτήρια για το σωστό και το λάθος θεωρούνται αδιάλλακτοι και συνήθως καταδικάζονται, χλευάζονται, και κριτικάρονται.
Στην πραγματικότητα η ανοχή έγινε μια κύρια αρετή της κοινωνίας, η μια απόλυτη, και ως εκ τούτου μπορεί να υπάρχει μόνο ένα κακό, αυτό της αδιαλλαξίας. Με άλλα λόγια, αυτό που έχει συμβεί είναι ότι κάθε θρησκευτικό σύστημα ή άτομο που πιστεύει δογματικά σε κάτι – ειδικά στην απόλυτη αλήθεια – γίνεται ένοχο αδιαλλαξίας, και το μόνο πράγμα που μια πολιτικά σωστή κοινωνία δεν θα δεχτεί είναι εκείνοι που πιστεύουν στις απολυτότητες. Αυτοί που αρνούνται την απόλυτη αλήθεια συχνά θα πουν ότι είναι εντάξει να πιστεύεις ότι θέλεις, αρκεί να μην προσπαθείς να επιβάλεις τα πιστεύω σου σε άλλους. Αλλά αυτή η θεωρία από μόνη της είναι μια πίστη για το τι είναι σωστό ή λάθος και αυτοί που πιστεύουν αυτή τη θεωρία βεβαίως προσπαθούν να την επιβάλουν σε άλλους και γι αυτό είναι υποκριτές. Καθορίζουν ένα κριτήριο συμπεριφοράς και μετά επιμένουν ότι άλλοι το ακολουθούν – κι έτσι αθετούν αυτό το ίδιο που υποστηρίζουν ότι πιστεύουν.
Η ερώτηση που περιμένει να απαντηθεί είναι γιατί αυτοί που προάγουν την ανοχή είναι τόσο αδιάλλακτοι με εκείνους που πιστεύουν στην απόλυτη αλήθεια; Και γιατί οι άνθρωποι είναι τόσο πρόθυμοι να αγκαλιάσουν ένα σύστημα που απειλεί να καταστρέψει τη δομή της κοινωνίας και είναι τόσο παράλογο; Ο απλός λόγος είναι ότι οι άνθρωποι δεν θέλουν να είναι υπόλογοι για τις πράξεις τους. Αν υπάρχει απόλυτη αλήθεια τότε θα υπάρχουν απόλυτα κριτήρια για το σωστό και το λάθος, και τότε είμαστε υπόλογοι σ` αυτά τα κριτήρια. Αυτό είναι πραγματικά που οι άνθρωποι προσπαθούν να αποφύγουν αρνούμενοι την απόλυτη αλήθεια.
Η άρνηση της απόλυτης αλήθειας / γενικής αλήθειας και η πολιτισμική σχετικότητα που προέρχεται από αυτήν είναι απλά τα λογικά αποτελέσματα μιας κοινωνίας που έχει αγκαλιάσει την θεωρία της εξέλιξης σαν εξήγηση για την ύπαρξη της ζωής. Αν η εξέλιξη ήταν αλήθεια τότε η ζωή δεν θα είχε νόημα, εμείς δεν θα είχαμε σκοπό, και δεν θα μπορούσε να υπάρχει απόλυτο σωστό ή λάθος. Ο άνθρωπος τότε θα ήταν ελεύθερος να ζήσει τη ζωή του όπως τον ευχαριστεί και δεν θα ήταν υπόλογος για τις πράξεις του σε κανέναν. Και ανεξάρτητα από το πόσο πολύ ο αμαρτωλός άνθρωπος θέλει να αρνηθεί τον Θεό και την απόλυτη αλήθεια Του παρ` όλα αυτά κάποια μέρα θα σταθεί μπροστά Του στην κρίση. Η Αγία Γραφή δηλώνει, «Αποκαλύπτεται όμως και η οργή του Θεού από τον ουρανό για να τιμωρήσει κάθε ασέβεια και αδικία των ανθρώπων, που με τα άδικα έργα τους συγκαλύπτουν την αλήθεια. Αυτό γίνεται γιατί ό,τι μπορούσαν να γνωρίσουν για το Θεό τούς ήταν γνωστό, αφού ο Θεός του το φανέρωσε. Δηλαδή, παρ` ότι είναι αόρατες και η αιώνια δύναμή του Θεού και η θεϊκή του ιδιότητα, μπορούσαν να τις δουν μέσα στη δημιουργία, από τότε που έγινε ο κόσμος. Γι αυτό και δεν έχουν καμιά δικαιολογία. Ενώ γνώρισαν το Θεό μέσα από τη δημιουργία, ούτε τον δόξασαν ούτε τον ευχαρίστησαν ως Θεό. Αντίθετα, η σκέψη τους ακολούθησε λαθεμένο δρόμο, και η ασύνετη καρδιά τους βυθίστηκε στο σκοτάδι της πλάνης. Έτσι, ενώ θριαμβολογούσαν για τη σοφία τους, κατάντησαν ανόητοι» (Ρωμαίους 1:18-22).
Η τελική ερώτηση που πρέπει να ρωτήσουμε όταν σκεφτόμαστε αν υπάρχει ή όχι η απόλυτη αλήθεια, είναι αν υπάρχει κάποιο στοιχείο για την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας. Αν κάποιος σκεφτεί προσεκτικά αυτή την ερώτηση γρήγορα γίνεται φανερό ότι υπάρχει όντως στοιχείο που δείχνει την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας. Το πρώτο στοιχείο για την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας το βλέπουμε στη συνείδησή μας. Η συνείδησή μας μας λέει ότι ο κόσμος θάπρεπε να είναι με κάποιον «συγκεκριμένο τρόπο», ότι μερικά πράγματα είναι «σωστά» και άλλα «λάθος». Μας βοηθάει να καταλάβουμε ότι είναι κακό ο πόνος, η πείνα, ο βιασμός, και το κακό. Μας ενημερώνει ότι η αγάπη, η γενναιοδωρία, η ευσπλαχνία, και η ειρήνη είναι θετικά πράγματα για τα οποία πρέπει να αγωνιζόμαστε. Η Αγία Γραφή περιγράφει το ρόλο της ανθρώπινης συνείδησης στην προς Ρωμαίους 2:14-16, «Όσο για τα άλλα έθνη, που δε γνωρίζουν το νόμο, πολλές φορές κάνουν από μόνοι τους αυτό που απαιτεί ο νόμος. Αυτό δείχνει πως, αν και δεν τους δόθηκε ο νόμος, μέσα τους υπάρχει νόμος. Η διαγωγή τους φανερώνει πως οι εντολές του νόμου είναι γραμμένες στις καρδιές τους. Και σ` αυτό συμφωνεί και η συνείδησή τους, που η φωνή της τους τύπτει ή τους επαινεί, ανάλογα με τη διαγωγή τους. Όλα αυτά θα γίνουν την ημέρα που ο Θεός θα κρίνει δια του Ιησού Χριστού τις κρυφές σκέψεις των ανθρώπων, όπως λέει το ευαγγέλιό μου».
Το δεύτερο στοιχείο για την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας το βλέπουμε στην επιστήμη. Η επιστήμη είναι απλά η επιδίωξη της γνώσης. Είναι η μελέτη όσων ξέρουμε και η αναζήτηση να μάθουμε περισσότερα. Έτσι, όλες οι επιστημονικές μελέτες πρέπει να θεμελιώνονται στην πίστη ότι υπάρχουν αντικειμενικές πραγματικότητες στον κόσμο. Χωρίς απολυτότητες, τι θα υπήρχε στην επιστημονική μελέτη; Πώς θα μπορούσε κάποιος να ξέρει ότι τα ευρήματα ήταν πραγματικά; Στην πραγματικότητα οι νόμοι της επιστήμης πρέπει να θεμελιώνονται στη βεβαιότητα της απόλυτης αλήθειας.
Το τρίτο στοιχείο για την ύπαρξη της απόλυτης αλήθειας / γενικής αλήθειας είναι η ύπαρξη της θρησκείας. Όλες οι θρησκείες του κόσμου επιχειρούν να δώσουν νόημα και ορισμό στη ζωή. Γεννήθηκαν από το γεγονός ότι ο άνθρωπος επιθυμεί κάτι περισσότερο από το να υπάρχει απλώς. Πίσω από όλες τις θρησκείες βρίσκεται μια βασική πίστη ότι θα πρέπει να υπάρχει κάτι παραπάνω στη ζωή από αυτή την φυσική
ύπαρξη που ξέρουμε. Δια της θρησκείας, οι άνθρωποι ψάχνουν για βεβαιότητα και ελπίδα για το μέλλον, για συγχώρεση των αμαρτιών, για ειρήνη μέσα στις δυσκολίες, και για απαντήσεις στις βαθύτερες ερωτήσεις μας. Η θρησκεία είναι όντως στοιχείο ότι ο άνθρωπος είναι κάτι περισσότερο από απλά ένα εξελισσόμενο ζώο. Είναι στοιχείο για ένα ανώτερο σκοπό, και το γεγονός ότι υπάρχει πράγματι ένας προσωπικός Δημιουργός με σκοπό, που έθεσε μέσα στον άνθρωπο την επιθυμία να Τον γνωρίσει. Και αν υπάρχει πράγματι ένας Δημιουργός, τότε Αυτός είναι το κριτήριο για την απόλυτη αλήθεια, και είναι η εξουσία Του που θεμελίωσε αυτή την αλήθεια.
Ευτυχώς για μας υπάρχει ένας τέτοιος Δημιουργός και έχει αποκαλύψει όχι μόνο τον εαυτό Του αλλά και την αλήθεια Του σε μας δια του Λόγου Του, της Αγίας Γραφής. Αν θέλουμε να ξέρουμε την απόλυτη αλήθεια / γενική αλήθεια ο μόνος τρόπος είναι δια μιας προσωπικής σχέσης με τον Ένα που ισχυρίστηκε ότι είναι η «Αλήθεια» τον Ιησού Χριστό. «Ο Ιησούς του απάντησε: Εγώ είμαι η οδός, η αλήθεια και η ζωή, κανείς δεν πηγαίνει στον Πατέρα παρά μόνο αν περάσει από μένα» (Κατά Ιωάννη 14:6). Το γεγονός ότι η απόλυτη αλήθεια υπάρχει μας δείχνει ότι υπάρχει ένας κυρίαρχος Θεός που δημιούργησε τους ουρανούς και τη γη και έχει αποκαλύψει τον εαυτό Του σε μας, προκειμένου να Τον γνωρίσουμε προσωπικά δια του Υιού Του Ιησού Χριστού.
English
Υπάρχει πράγματι απόλυτη αλήθεια / γενική αλήθεια;